13. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ (ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΙ)

Η ευρωπαϊκή νομοθεσία έχει θέσει ελάχιστα αποδεκτά πρότυπα για την προστασία των εργαζομένων, ενώ επιτρέπει στα κράτη μέλη να διατηρήσουν ή να θεσπίσουν πιο αυστηρά μέτρα. Με την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέστη νομικά δεσμευτικός, ενισχύοντας την εξέχουσα θέση των πολιτικών υγείας και ασφάλειας στη νομοθεσία της ΕΕ.

Κανόνες ασφάλειας στον χώρο εργασίας: νομική βάση

Σύμφωνα με το άρθρο 153 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ μπορεί να εκδίδει νομοθετικές πράξεις (οδηγίες) για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, προκειμένου να υποστηρίζει και να συμπληρώνει τις πρακτικές των κρατών μελών. Για τον σκοπό αυτό, έχουν θεσπιστεί ελάχιστες απαιτήσεις σε επίπεδο ΕΕ, οι οποίες επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εισαγάγουν υψηλότερα επίπεδα προστασίας στο εσωτερικό τους. Η συνθήκη ορίζει επίσης ότι οι οδηγίες δεν πρέπει να επιβάλλουν διοικητικούς, οικονομικούς και νομικούς περιορισμούς που θα μπορούσαν να εμποδίσουν τη δημιουργία και την ανάπτυξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Η έγκριση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης το 1987 εισήγαγε για πρώτη φορά στη συνθήκη ΕΟΚ το θέμα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, με ένα άρθρο που καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις και δίνει στο Συμβούλιο την εξουσία να εκδίδει οδηγίες με ειδική πλειοψηφία σε θέματα υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας.

Πράγματι, στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων (2017), υπογραμμίζεται το δικαίωμα των εργαζομένων σε ένα υγιές, ασφαλές και κατάλληλο περιβάλλον εργασίας και στην προστασία δεδομένων:

α. Οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα σε υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στον χώρο εργασίας.

β. Οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα σε ένα εργασιακό περιβάλλον κατάλληλο για τις επαγγελματικές τους ανάγκες, που τους επιτρέπει να παρατείνουν τη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας.

γ. Οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών τους δεδομένων στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία

Το 1996 ιδρύθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία, ένας τριμερής οργανισμός με έδρα το Μπιλμπάο. Στόχος του είναι να προωθήσει την ανταλλαγή γνώσεων και πληροφοριών, προκειμένου να συμβάλει στην προώθηση μιας κουλτούρας πρόληψης του κινδύνου. Ο Οργανισμός ανέπτυξε την διαδικτυακή πλατφόρμα για το διαδικτυακό διαδραστικό εργαλείο εκτίμησης κινδύνου (OiRA), το οποίο προσφέρει τομεακά εργαλεία εκτίμησης κινδύνου σε όλες τις γλώσσες, κατάλληλα για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και ένα ηλεκτρονικό εργαλείο για επικίνδυνες ουσίες, το οποίο δίνει συγκεκριμένες συμβουλές στις επιχειρήσεις σχετικά με επικίνδυνες ουσίες και χημικά και για τον τρόπο εφαρμογής ορθών πρακτικών και προστατευτικών μέτρων. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Κινδύνων του Οργανισμού παρακολουθεί και προβλέπει νέους και αναδυόμενους κινδύνους, καθιστώντας δυνατή την προληπτική δράση. Το 2004, το 2009 και το 2019, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία διεξήγαγε έρευνα για νέους κινδύνους (European Survey of Enterprises on New and Emerging Risks – ESENER). Το 2016 ολοκλήρωσε ένα πιλοτικό πρόγραμμα για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, το οποίο ξεκίνησε η Επιτροπή κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιπλέον, από το 2000 ο Οργανισμός διεξάγει ετήσιες εκστρατείες ευαισθητοποίησης με τίτλο «Υγιείς Χώροι Εργασίας», οι οποίες θίγουν διάφορα θέματα υγείας και ασφάλειας. Η εκστρατεία 2020-2022 επικεντρώθηκε στην πρόληψη των μυοσκελετικών παθήσεων που σχετίζονται με την εργασία, ενώ η εκστρατεία 2023-2025 έχει στόχο να ευαισθητοποιήσει για τον αντίκτυπο των νέων τεχνολογιών στην εργασία, καθώς και για τις σχετικές προκλήσεις και ευκαιρίες για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία.

Τρόποι συμπεριφοράς για την ασφάλεια στον χώρο εργασίας. Ανάλυση συμπεριφοράς για την ασφάλεια στον χώρο εργασίας

Η συμπεριφορά στην εργασία είναι ένα στοιχείο που συχνά υποτιμάται, αλλά στην πραγματικότητα έχει τεράστια σημασία για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. Σύμφωνα με μελέτες σε διάφορους κλάδους, κατά μέσο όρο περίπου το 80% των εργατικών ατυχημάτων αποδίδεται στη μη ασφαλή συμπεριφορά των ανθρώπων. Αυτό εξηγεί τις διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ επιχειρήσεων, οι οποίες παρόλο που χρησιμοποιούν τα ίδια ή πολύ παρόμοια μηχανήματα και διαδικασίες, παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις στον αριθμό των ατυχημάτων και των τραυματισμών.

Τα τρέχοντα συστήματα διαχείρισης ασφάλειας έχουν περιορισμούς που δεν μπορούν να παραβλεφθούν. Ένας βασικός περιορισμός είναι η προσέγγιση που βασίζεται στην επιβολή κυρώσεων. Η επιβολή κυρώσεων στους εργαζόμενους, π.χ. πρόστιμο για παράβαση κανόνων ασφάλειας, μπορεί να τους ωθήσει να:

  • συνεχίσουν αυτή τη συμπεριφορά, προσπαθώντας να την κρατήσουν κρυφή

  • περιορίσουν τη σωστή συμπεριφορά μόνο κατά τη στιγμή της επιθεώρησης.

Η ανάλυση συμπεριφοράς, από την άλλη, βασίζεται στη θετική ανατροφοδότηση και στην παροχή κινήτρου. Αποτελεί μια πραγματική επιστήμη, η οποία έχει τις ρίζες της στις έννοιες που παρουσίασε ο Αμερικανός ψυχολόγος Burrhus Skinner (ιδίως στα έργα του “Science and Human Behaviour”, “Verbal Behaviour” και “Contingencies of Reinforcement”).

Η ανάλυση συμπεριφοράς κατατάσσεται στα τρία είδη επιστημών, δηλαδή των φυσικών επιστημών (μαθηματικά, λογική, γεωμετρία), των φυσικών επιστημών (βιολογία, χημεία, φυσική, ανάλυση συμπεριφοράς, κ.λπ.) και των ανθρωπιστικών/κοινωνικών (φιλοσοφία, θεολογία, ψυχανάλυση κ.λπ.).

Έτσι, η ανάλυση συμπεριφοράς δεν εστιάζει στα σοβαρά ή θανατηφόρα ατυχήματα, αλλά ξεκινά από την ανάλυση των μη ασφαλών συμπεριφορών που αποτελούν τη βάση για την ασφάλεια. Επεμβαίνει, λοιπόν, πριν συμβεί το ατύχημα (αντί εκ των υστέρων).

Μέθοδος εφαρμογής της ανάλυσης συμπεριφοράς

Το μοντέλο ABC της ανάλυσης συμπεριφοράς

Κατ’ αρχάς, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της «στάσης» και της «συμπεριφοράς». Συμπεριφορά είναι αυτό που γίνεται (ενέργεια), εκφράζεται (γλώσσα) ή εκδηλώνεται (συναίσθημα).

Το παράδειγμα του Skinner για τη συντελεστική εξαρτημένη μάθηση ονομάζεται μοντέλο ABC (ή μοντέλο tων τριών συντελεστών – Three Contingencies). Αυτά τα τρία γράμματα, ABC, υποδεικνύουν τα τρία στοιχεία μιας εξίσωσης συμπεριφοράς, η οποία αποτελείται από:

Α) Προγενέστερα (Antecedents): το προγενέστερο ερέθισμα, που προκαλεί (ήδεν προκαλεί) τη συμπεριφορά.

Β) Συμπεριφορά (Behaviour): η συμπεριφορά που εκδηλώνεται.

C) Συνέπειες (Consequences): το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς.

Έτσι, αυτό που ρυθμίζει, αναστέλλει και τροποποιεί τη συμπεριφορά δεν είναι τόσο τα προγενέστερα ερεθίσματα, που απλώς την προκαλούν (δηλαδή ωθούν το υποκείμενο να εκδηλώσει τη συμπεριφορά την πρώτη φορά, αλλά μόνο αν ενυπάρχει ήδη στο ρεπερτόριό του). Αντίθετα, είναι τα ερεθίσματα που ακολουθούν τη συμπεριφορά που κάνουν τη διαφορά.


Αυτό σημαίνει ότι αν η συνέπεια που ακολουθεί τη συμπεριφορά είναι θετική, η πιθανότητα να εκδηλώνεται η συμπεριφορά στο μέλλον αυξάνεται· αν η συνέπεια είναι αρνητική, δηλαδή τιμωρητική, η πιθανότητα επανεμφάνισης της συμπεριφοράς μειώνεται αισθητά.


Το είδος της συνέπειας, επομένως, μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά. Πολλές φορές, για παράδειγμα, δεν τραυματιζόμαστε την πρώτη φορά που εκδηλώνουμε μια επικίνδυνη συμπεριφορά, επομένως μπορεί να μη συνειδητοποιήσουμε καν ότι είναι επικίνδυνη. Οι συνέπειες μπορεί να προκύψουν άμεσα ή στο μέλλον, να έχουν βέβαιη ή αβέβαιη πιθανότητα εμφάνισης, να έχουν θετική ή αρνητική χροιά.


Σύμφωνα με μελέτες, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να επηρεάσει κανείς τη συμπεριφορά είναι να προσδιορίσει τις συνέπειες που είναι θετικές, άμεσες και βέβαιες.


Η Ανάλυση Συμπεριφοράς δεν είναι μια προσέγγιση ή φιλοσοφία· εφαρμόζει μια επιστημονική μέθοδο και επομένως μπορεί να αναπαραχθεί σε πολλά πλαίσια.


Η εφαρμογή του μοντέλου ABC ξεκινά με τον ορισμό μιας λίστας ελέγχου συμπεριφοράς, που θα χρησιμοποιηθεί ως οδηγός για την παρατήρηση της ασφαλούς συμπεριφοράς μεταξύ των συναδέλφων. Τα στοιχεία σε μια τέτοια λίστα θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαντήσεις τύπου «Ναι/Όχι» σχετικά με την αποδεκτή συμπεριφορά, προκειμένου να μειωθεί το ερμηνευτικό περιθώριο των παρατηρητών.


Είναι επίσης σημαντικό να:


  • δίνεται ανατροφοδότηση -κυρίως θετική- σχετικά με την παρατηρούμενη συμπεριφορά και να γίνεται άμεση ανάλυση των αιτιών.

  • εισάγονται και να αναλύονται δεδομένα, ανά τμήμα.

  • αφαιρούνται οι συνθήκες κινδύνου που ανιχνεύθηκαν κατά τις παρατηρήσεις και να ορίζονται νέοι στόχοι ασφάλειας (και πάλι ανά τμήμα).

  • προβλέπονται μηνιαίες συναντήσεις μεταξύ του προϊσταμένου και των εργαζομένων για τη συμπεριφορά ασφάλειας στο τμήμα

  • προβλέπεται ένα σύστημα ανταμοιβών για τους στόχους βελτίωσης που επιτυγχάνονται (σε εργαζόμενους, παρατηρητές και επόπτες).

Η ανάλυση συμπεριφοράς καθιστά δυνατή όχι μόνο τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος 81/08, το οποίο προβλέπει την υποχρέωση επίβλεψης εκ μέρους του εργοδότη και «την τήρηση από τους εργαζόμενους των ισχυόντων κανονισμών, καθώς και των διατάξεων της εταιρείας για την ασφάλεια και την υγιεινή στην εργασία και της χρήσης μέσων συλλογικής προστασίας και μέσων ατομικής προστασίας που έχουν στη διάθεσή τους». Συμβάλλει επίσης στη σημαντική μείωση των εργατικών ατυχημάτων, χάρη στην υιοθέτηση της ασφαλούς συμπεριφοράς. 


Η Ανάλυση Συμπεριφοράς μπορεί επομένως να είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τις εταιρείες που θέλουν να προστατεύσουν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.



Τελευταία τροποποίηση: Τρίτη, 25 Ιουλίου 2023, 1:29 μμ